Η Επιστροφή - Danilo Clementoni 2 стр.


8

Κατά βάθος, την Ελίζα δεν την απασχολούσε και πολύ αυτό. Το αληθινό κίνητρο που την έκανε να αποφασίσει να δεχθεί την προσφορά να συμμετάσχει σε μια από αυτές τις αποστολές, ήταν ότι κάποιο στιγμή θα ήταν δυνατόν να γυρίσει στους αγαπημένους της τόπους, κάνοντας τη δουλειά που αγαπούσε μέχρι θανάτου και παρόλο, το νεαρό της ηλικίας της (τριανταοκτώ ετών), ήταν θαρραλέα και διακεκριμένη σε αυτόν τον τομέα.

«Καλησπέρα κύριε Συνταγματάρχα» είπε προβάλλοντας το καλύτερο χαμόγελο της. «Σε τι έχω την τιμή να σας εξυπηρετήσω;»

«Δρ. Χάντερ, σταματήστε αυτές τις επιτηδεύσεις. Γνωρίζετε πολύ καλά τον λόγο για τον οποίο σας κάλεσα. Η άδεια που σας έχει εκχωρηθεί για να φέρετε εις πέρας το έργο σας έχει λήξει εδώ και δύο ημέρες και δεν μπορείτε πια να μείνετε εκεί.»

Η φωνή του ήταν σταθερή και αποφασιστική. Αυτήν την φορά ούτε η αδιαμφισβήτητη γοητεία της δεν θα αρκούσε για να της εξασφαλίσει μια περαιτέρω παράταση. Αποφάσισε λοιπόν να παίξει το τελευταίο της χαρτί.

Από τότε που η κατευθυνόμενη από τις Ηνωμένες Πολιτείες συμμαχία, είχε αποφασίσει στις 23 Μαρτίου 2003 να εισβάλλει στο Ιράκ, με σκοπό να ανατρέψει τον δικτάτορα Σαντάμ Χουσεΐν, που κατηγορούνταν ότι είχε στην κατοχή του όπλα μαζικής καταστροφής (κατηγορία εν τέλει αβάσιμη) και ότι στήριζε την ισλαμική τρομοκρατία στο Ιράκ, όλες οι αρχαιολογικές έρευνες, ήδη αρκετά δύσκολες και επίπονες ακόμα και σε καιρούς ειρήνης, είχαν τεθεί αμέσως σε αναστολή. Μόνο το επίσημο τέλος των εχθροπραξιών, που συνέβη στις 15 Απριλίου του 2003, είχε αναπτερώσει τις ελπίδες των αρχαιολόγων όλου του κόσμου, ότι θα μπορούσαν να ξαναπάνε σε έναν από τους τόπους από όπου, όπως λέγεται, είχαν αναπτυχθεί οι πιο Γηραιοί πολιτισμοί της ιστορίας και διέδωσαν, αργότερα, τον πολιτισμό τους σε όλη την υφήλιο. Η απόφαση, λοιπόν, του Ιρακινού κράτους προς το τέλος του 2011, να επιτρέψει ξανά τις ανασκαφές σε ορισμένες τοποθεσίες ανεκτίμητης ιστορικής αξίας, για “να συνεχίζουν να εκτιμούν την πολιτιστική τους κληρονομιά”, είχε μετατρέψει την ελπίδα σε βεβαιότητα. Υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και αφού είχαν προηγηθεί πολυάριθμες άδειες υπογεγραμμένες και συνυπογεγραμμένες από έναν τεράστιο αριθμό “αρχών”, κάποιες ομάδες ερευνητών, που επελέγησαν και εποπτευόταν από διορισμένες επιτροπές, θα μπορούσαν να εργάζονται, για περιορισμένο χρόνο, στις κύριες περιοχές αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, στα εδάφη του Ιράκ.

«Αγαπητέ συνταγματάρχη» είπε πλησιάζοντας όσο το δυνατόν περισσότερο την κάμερα, με τρόπο που τα μεγάλα σμαραγδιά της μάτια θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν το αποτέλεσμα που επιθυμούσε. «Έχετε απόλυτο δίκιο».

Ήξερε καλά, ότι να δώσει δίκιο εξ’αρχής στον συνομιλητή της θα τον έκανε πιο θετικό.

«Μα τώρα πια είμαστε τόσο κοντά».

«Κοντά σε τι;» βρόντηξε ο συνταγματάρχης ενώ σηκωνόταν από την καρέκλα και ακουμπούσε τις γροθιές του επάνω στο γραφείο. «Πάνε εβδομάδες που μου λέτε το ίδιο παραμύθι. Δεν προτίθεμαι πια να σας εμπιστευτώ, χωρίς να δω με τα μάτια μου κάτι χειροπιαστό.»

«Αν μου κάνετε την χάρη να με συνοδεύσετε απόψε σε δείπνο, θα χαρώ να σας δείξω κάτι που θα σας κάνει να με πιστέψετε ξανά. Τι λέτε;»

Τα κατάλευκα δόντια της που άστραψαν μέσα από ένα υπέροχο χαμόγελο, και το πέρασμα του χεριού της μέσα στα μακριά ξανθά της μαλλιά, έκαναν την υπόλοιπη δουλειά. Ήταν σίγουρη ότι τον είχε πείσει.

Ο συνταγματάρχης έσμιξε τα φρύδια του στη προσπάθεια του να κρατήσει το θυμωμένο του βλέμμα, αλλά ακόμα και αυτός ήξερε ότι δεν θα μπορούσε να αντισταθεί σ' αυτήν την πρόταση. Η Ελίζα του άρεσε πάντα αρκετά και ένα δείπνο μαζί της του κέντριζε το ενδιαφέρον.

Στην πραγματικότητα, παρά τα σαράντα οκτώ του χρόνια, ήταν ακόμα ωραίος άνδρας. Αθλητική κορμοστασιά, έντονα χαρακτηριστικά, κοντά στιλπνά μαλλιά, βλέμμα δυνατό και αποφασιστικό στα έντονα γαλάζια μάτια του, με υψηλή μόρφωση και κουλτούρα, που του επέτρεπαν να ανταπεξέρχεται σε συζητήσεις ευρείας θεματολογίας, στοιχεία τα οποία, σε συνδυασμό με την αδιαμφισβήτητη γοητεία της στολής, τον καθιστούσαν ακόμα εξαιρετικά “ενδιαφέροντα”.

«Εντάξει» ξεφύσηξε ο συνταγματάρχης «αλλά εάν απόψε δεν μου φέρετε κάτι εντυπωσιακό, μπορείτε να μαζέψετε τα παλιοσίδερά σας και να φτιάξετε τις βαλίτσες σας». Προσπάθησε να μιλήσει όσο πιο επιβλητικά μπορούσε, χωρίς μεγάλη επιτυχία. «Στις 20:00 φροντίστε να είστε έτοιμη. Θα έρθει να σας πάρει ένα αυτοκίνητο από το ξενοδοχείο σας» και έκλεισε απότομα την επικοινωνία, μετανιώνοντας λιγάκι που δεν την είχε καν χαιρετήσει.

Να πάρει, πρέπει να βιαστώ. Δεν έχω παρά μόνο λίγες ώρες μέχρι να βραδιάσει.

«Χισάμ» φώναξε βγάζοντας το κεφάλι από τη σκηνή. «Γρήγορα, μάζεψε όλη την ομάδα. Θα χρειαστώ όσο το δυνατόν περισσότερη βοήθεια.»

Κάλυψε, με γοργά βήματα, τα λίγα μέτρα που την χώριζαν από την περιοχή της ανασκαφής, σηκώνοντας πίσω της μια σειρά από συννεφάκια σκόνης. Λίγο αργότερα, όλοι μαζεύτηκαν γύρω της περιμένοντας τις διαταγές της.

«Εσύ, σε παρακαλώ, μάζεψε την άμμο από αυτήν εδώ την γωνία» διέταξε δείχνοντας την πλευρά της πέτρας που βρισκόταν πιο μακριά τής από όλες. «Κι εσύ, βοήθησέ τον. Και προσεκτικά. Αν είναι όπως νομίζω, αυτό το πράγμα θα μας σώσει το τομάρι.»

Διαστημόπλοιο Θεός – Στην τροχιά του Δία

Η μικρή, αλλά εξαιρετικά άνετη, σφαιρική κάψουλα εσωτερικής μεταφοράς διέσχιζε, με μια μέση ταχύτητα 10 m/s, τον αγωγό νούμερο τρία, που θα οδηγούσε τον Ατζάκι στο εσωτερικό του θαλάμου, όπου τον περίμενε ο φίλος του, Πέτρι.

Το διαστημόπλοιο Θεός, που είχε επίσης σφαιρικό σχήμα με διάμετρο ενενήντα έξι μέτρων, ήταν εξοπλισμένο με δεκαοκτώ σωληνοειδείς αγωγούς, με μήκος λίγο περισσότερο από τριακόσια μέτρα ο καθένας, οι οποίοι, σαν μεσημβρινοί, είχαν τοποθετηθεί σε μια απόσταση δέκα βαθμών ο ένας από τον άλλον και κάλυπταν ολόκληρη την περιφέρεια του σκάφους. Καθένα από τα είκοσι τρία επίπεδα, ύψους τεσσάρων μέτρων, με εξαίρεση τo κεντρικό (ενδέκατο επίπεδο), που ήταν διπλάσιο, ήταν εύκολα προσβάσιμο χάρη στις «στάσεις» που είχαν οι αγωγοί σε κάθε επίπεδο. Έτσι, για να πας από τη μία άκρη του διαστημόπλοιου στην άλλη χρειαζόσουν το πολύ δεκαπέντε δευτερόλεπτα.

Η κάψουλα φρέναρε σχεδόν ανεπαίσθητα. Η πόρτα άνοιξε με ένα ελαφρύ συριγμό και μέσα φάνηκε ο Πέτρι, καθισμένος με τα πόδια ανοιχτά και τα χέρια σταυρωμένα.

«Πάνε ώρες που περιμένω» είπε με τόνο όχι και τόσο πειστικό. «Τελείωσες με το να φράζεις τα φίλτρα αέρα με αυτή τη βρωμερή αηδία που κουβαλάς συνέχεια μαζί σου;» Ο υπαινιγμός για το πούρο του ήταν ελαφρώς συγκαλυμμένος.

Αγνοώντας, με ένα μικρό χαμόγελο, την πρόκληση, ο Ατζάκι έβγαλε από την ζώνη του τον φορητό αναλυτή και τον ενεργοποίησε με μια κίνηση του αντίχειρα.

«Kράτησέ μου αυτό, ας βιαστούμε» είπε δίνοντάς του τη συσκευή με το ένα χέρι, ενώ με το άλλο προσπαθούσε να τοποθετήσει τον αισθητήρα στη δεξιά υποδοχή. «Η άφιξη υπολογίζεται σε 58 ώρες και είμαι κάπως ανήσυχος.»

«Γιατί;» ρώτησε με ειλικρινή απορία ο Πέτρι.

«Δεν ξέρω. Έχω την αίσθηση ότι μας περιμένει μια κακή έκπληξη.»

Το όργανο που κρατούσε στα χέρια ο Πέτρι άρχισε να εκπέμπει μια σειρά από ήχους σε διάφορες συχνότητες. Το κοιτούσε χωρίς να έχει την παραμικρή ιδέα για το τι έδειχνε.

Σήκωσε το βλέμμα, στο πρόσωπο του φίλου του, προσπαθώντας να εντοπίσει κάποιο σήμα, αλλά δεν είδε κανένα. Ο Ατζάκι με προσεκτικές κινήσεις, μετακίνησε τον αισθητήρα στην άλλη υποδοχή. Μια νέα σειρά παράξενων ήχων βγήκε από τον αναλυτή. Μετά σιωπή. Ο Ατζάκι πήρε το όργανο από το χέρι του φίλου του, παρατήρησε με προσοχή τα αποτελέσματα, και μετά χαμογέλασε.

«Όλα εντάξει. Μπορούμε να προχωρήσουμε.»

Μόνο τότε ο Πέτρι αντιλήφθηκε ότι είχε σταματήσει να αναπνέει. Άδειασε τα πνευμόνια του και αμέσως τον πλημμύρησε μια αίσθηση ανακούφισης. Ένα λάθος, έστω και μικρό, σε μια από τις δύο συνδέσεις, θα μπορούσε να διακινδυνέψει ανεπανόρθωτα την αποστολή τους, αναγκάζοντάς τους να γυρίσουν πίσω όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Ήταν το τελευταίο πράγμα που ήθελε. Είχαν σχεδόν φτάσει.

«Πηγαίνω να καθαριστώ» είπε ο Πέτρι τινάζοντας την σκόνη απ’τα ρούχα του. «Η επίσκεψη στους αγωγούς φόρτισης είναι πάντα τόσο...» και με έναν μορφασμό πρόσθεσε «…εκπαιδευτική!»

Ο Ατζάκι χαμογέλασε. «Θα τα πούμε στην γέφυρα»

Ο Πέτρι πήρε την κάψουλα και μετά από ένα δευτερόλεπτο εξαφανίστηκε.

Σύμφωνα με το κεντρικό σύστημα, είχαν αποφύγει την τροχιά του Δία χωρίς δυσκολία και κατευθύνονταν χωρίς εμπόδια στη Γη. Με μια ελαφριά αλλά γρήγορη κίνηση των ματιών προς τα δεξιά ο Ατζάκι ζήτησε από το O^COM του να δείξει ξανά την πορεία. Η μπλε τελίτσα που κινούνταν πάνω στην κόκκινη γραμμή, τώρα είχε μετατεθεί λίγο περισσότερο προς την τροχιά του Αρη. Το count down, που έδειχνε τον εκτιμώμενο χρόνο της άφιξης, ήταν 58 ώρες ακριβώς και η ταχύτητα του διαστημόπλοιου ήταν 3000 Km/s. Ήταν όλο και πιο νευρικός. Από την άλλη πλευρά, το διαστημόπλοιο με το οποίο ταξίδευε, ήταν το πρώτο εξοπλισμένο με νέους κινητήρες Μπούσεν, εντελώς διαφορετικής νοοτροπίας από τους παλιότερους. Οι σχεδιαστές επιβεβαίωναν ότι θα ήταν σε θέση να ωθήσει το διαστημόπλοιο με ταχύτητα κοντά στο ένα δέκατο αυτής του φωτός. Δεν είχε ακόμα τολμήσει να πάει τόσο μακριά. Προς το παρόν τα 3.000 Κm/s, φαινόταν περισσότερο από αρκετά για το παρθενικό ταξίδι.

Από τα πενήντα έξι μέλη πληρώματος που κανονικά θα έπρεπε να επιβαίνουν στο Θεός, για αυτήν την πρώτη αποστολή, επιλέχθηκαν μόνο οκτώ, μέσα σ’αυτούς ο Πέτρι και ο Ατζάκι. Οι εξηγήσεις που έδωσαν οι Γηραιοί δεν ήταν και πολύ διεξοδικές. Περιορίζονταν στο να τονίσουν πως, δεδομένης της φύσης του ταξιδιού και του προορισμού, θα μπορούσαν να προκύψουν δυσκολίες, και, επομένως, θα ήταν καλύτερα να μην βάλλουν σε κίνδυνο πολλές ζωές άσκοπα.

Άρα εμείς είμαστε αναλώσιμοι; Τι κουβέντες είναι αυτές; Πάντα τα ίδια πράγματα. Όταν έπρεπε να ρισκάρουν το τομάρι κάποιου, ποιον έστελναν στην πρώτη γραμμή; Τον Ατζάκι και τον Πέτρι.

Κατά βάθος όμως, η όρεξή τους για περιπέτεια και η αξιοσημείωτη ικανότητά τους να λύνουν “περίπλοκα” προβλήματα τους είχαν οδηγήσει σε μια σειρά από διόλου άσχημα αποτελέσματα.

Ο Ατζάκι ζούσε σε ένα τεράστιο χώρο στην πανέμορφη πόλη Σααράν, που βρισκόταν στα νότια της Ηπείρου, ο οποίος χρησιμοποιούταν μέχρι πρότινος, ως αποθήκη των Τεχνιτών της πόλης. Χάρη σ’ αυτά τα “αποτελέσματα” είχε καταφέρει να κάνει τον χώρο δικό του και να του παραχωρηθεί η άδεια να τον τροποποιήσει όπως του άρεσε.

Ο τοίχος στη νότια πλευρά είχε αντικατασταθεί πλήρως από ένα δυναμικό πεδίο όμοιο με αυτό που χρησιμοποιούσε στο διαστημόπλοιο, ώστε να του επιτρέπει να παρατηρεί, από την χειροποίητη πολυθρόνα του που δεν αποχωριζόταν, τον θαυμάσιο κόλπο που βρισκόταν από κάτω. Εάν, όμως, χρειαζόταν, όλος ο τοίχος μπορούσε να μετατραπεί, σε ένα γιγάντιο τρισδιάστατο σύστημα, όπου μπορούσε να δει κανείς, μέχρι και δώδεκα ταυτόχρονες διαστάσεις του Δικτύου. Περισσότερο από μία φορά, αυτό το προηγμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, του είχε προσφέρει τη δυνατότητα να συλλέξει πολύ νωρίς, σημαντικές πληροφορίες, επιτρέποντάς του, έτσι, να αντιμετωπίσει με επιτυχία κρίσεις, ακόμη και μεγάλης κλίμακας. Δεν μπορούσε πια να το απαρνηθεί.

Μια ολόκληρη πτέρυγα της πρώην αποθήκης ήταν αφιερωμένη στην συλλογή του από “σουβενίρ” που απέκτησε σε όλες τις αποστολές του, στα χρόνια που τριγυρνούσε στο διάστημα. Κάθε ένα από αυτά του θύμιζε κάτι ιδιαίτερο και κάθε φορά που βρίσκονταν μπροστά σε αυτό το παράλογο συνονθύλευμα από παράξενα αντικείμενα, δεν μπορούσε παρά να ευχαριστήσει την καλή του τύχη και κυρίως, τον πιστό φίλο και σύντροφό του, ο οποίος του είχε σώσει, περισσότερο από μια φορά, το τομάρι.

Ο Πέτρι αντιθέτως, έχοντας διακριθεί λαμπρά στις σπουδές του, δεν αγαπούσε πολύ αυτήν την τεχνολογία. Μπορούσε, παρόλα αυτά, να πιλοτάρει χωρίς δυσκολία, όλα τα είδη αεροσκαφών που κυκλοφορούσαν, γνώριζε τέλεια, κάθε μοντέλο όπλων και όλα τα συστήματα επικοινωνίας, τοπικής και διαπλανητικής, προτιμούσε δε πολύ συχνά, να εμπιστεύεται το ένστικτο του και τις ικανότητες των χεριών του για να λύνει τα προβλήματα που του παρουσιάζονταν. Ήταν πολλές οι φορές που τον είχε δει με τα μάτια του να μετατρέπει, σε πολύ λίγο χρόνο, έναν άμορφο σωρό από παλιοσίδερα, σε κάποιο μέσο μεταφοράς ή σε ένα φοβερό αμυντικό όπλο. Ήταν απίστευτο, μπορούσε με αυτόν τον τρόπο να κατασκευάσει οτιδήποτε χρειαζόταν. Αυτό το όφειλε βέβαια εν μέρει σε αυτά που του είχε μεταφέρει κληρονομικά ο πατέρας του, ικανότατος Τεχνίτης, αλλά κυρίως στο μεγάλο του πάθος για τις Τέχνες. Πράγματι, από παιδί ακόμα, τον συνέπαιρνε πως οι Τεχνίτες, με τις χειρωνακτικές τους δεξιότητες, κατάφερναν να μετατρέψουν την άγονη ύλη, σε αντικείμενα μεγάλης χρησιμότητας και τεχνολογίας, αφήνοντας άθικτη, μέσα σ’ αυτά, την “ομορφιά”.

Ένας δυσάρεστος, διαπεραστικός ήχος υψηλής έντασης τον ταρακούνησε, επαναφέροντάς τον αμέσως στην πραγματικότητα. Ο αυτόματος συναγερμός εγγύτητας είχε ενεργοποιηθεί απροσδόκητα.

Νασιρίγια – Το ξενοδοχείο

Το ξενοδοχείο δεν ήταν βέβαια “πέντε αστέρων”, όμως γι’αυτήν που ήταν συνηθισμένη να περνά ολόκληρες εβδομάδες σε μια σκηνή στη μέση της ερήμου, ακόμα και ένα ντουζ μπορούσε να θεωρηθεί πολυτέλεια. Η Ελίζα άφησε το νερό να πέσει από ψηλά, ζεστό και αναζωογονητικό και έτριψε τον λαιμό και την πλάτη της. Το σώμα της φαινόταν να το απολαμβάνει, καθώς την διαπέρασαν μια σειρά από ρίγη ευχαρίστησης.

Καταλαβαίνουμε πόσο σημαντικά είναι μερικά πράγματα, μόνο όταν τα χάσουμε.

Πέρασαν δέκα λεπτά μέχρι να αποφασίσει να βγει από το ντουζ. Ο ατμός είχε θαμπώσει τον καθρέφτη, που κρεμόταν στραβά. Προσπάθησε να τον ισιώσει, αλλά μόλις τον άφησε., επέστρεψε στην αρχική στραβή του θέση. Αποφάσισε να το αγνοήσει. Με την άκρη από την πετσέτα σκούπισε τους υδρατμούς από τον καθρέπτη και κοιτάχθηκε. Όταν ήταν λίγο πιο νέα, της προσέφεραν δουλειές ως μοντέλο ή ηθοποιό. Ίσως τώρα να είχε γίνει μια ντίβα του σινεμά ή η σύζυγος ενός πλούσιου ποδοσφαιριστή, αλλά τα πολλά χρήματα δεν την ενδιέφεραν ποτέ. Προτιμούσε να ιδρώνει, να τρώει σκόνη, να μελετά αρχαία κείμενα και να επισκέπτεται χαμένους τόπους. Η περιπέτεια ήταν πάντα στο αίμα της και τα συναισθήματα που της προκαλούσε να εντοπίζει αρχαία τεχνουργήματα ή να φέρνει στο φως αρχαία ερείπια που χρονολογούνταν πολλές χιλιετίες πριν, δεν μπορούσε να συγκριθεί με τίποτα άλλο.

Назад Дальше